Μες στην παραζάλη της πρόκρισης στα τελικά ενός Μουντιάλ για πρώτη φορά στην ιστορία μας, ο αείμνηστος Αλκέτας Παναγούλιας είχε κάνει το λάθος να αποκαλύψει δημοσίως το περιεχόμενο ενός… ονείρου που πράγματι είχε δει ένα βράδυ στον ύπνο του. «Ονειρεύτηκα ότι παίξαμε στον τελικό με τη Βραζιλία», είχε πει με ειλικρίνεια ο τότε ομοσπονδιακός τεχνικός, σπεύδοντας φυσικά να σημειώσει ότι δεν είχε την απαίτηση από την Εθνική Ελλάδας να φτάσει τόσο μακριά στην παρθενική της παρουσία στη μεγάλη διοργάνωση.
Η Ελλάδα, όμως, είναι η χώρα της υπερβολής. Κι όταν σαν σήμερα, 21 Ιουνίου του 1994, φάνηκε στο χορτάρι του «Φόξμπορο» της Βοστώνης η διαφορά της Εθνικής μας από μία πραγματική υπερδύναμη του διεθνούς ποδοσφαίρου, όπως η Αργεντινή, όλοι έσπευσαν να… φάνε τους παίκτες μας και τον Παναγούλια. Κυρίως αυτόν, επειδή χρησιμοποίησε μία γερασμένη εντεκάδα που δεν είχε δυνατότητες, ενώ είχε καλλιεργήσει φρούδες ελπίδες, με τα… περί πρόκρισης στον τελικό. Ακόμα και το όνειρο, είχε χρεωθεί σαν πραγματική δήλωση.
Η ήττα με 4-0 ήταν, φυσικά, βαριά. Αντικατόπτριζε, όμως, όχι μόνο τη διαφορά του ποδοσφαίρου Ελλάδας και Αργεντινής, αλλά και την έλλειψη παραστάσεων των παικτών μας από τα πρωταθλήματα του εξωτερικού. Κανείς δεν αμφιβάλλει για τις δυνατότητες του Δημήτρη Σαραβάκου, του Στέλιου Μανωλά, του Στράτου Αποστολάκη, του Νίκου Νιόπλια, του Σάββα Κωφίδη, ακόμα και του 37χρονου τότε, Τάσου Μητρόπουλου, Τους περισσότερους μάλιστα τους νοσταλγούν οι οπαδοί των ομάδων στις οποίες αγωνίζονταν. Τους έλειπε, όμως, η πείρα από μεγάλους αγώνες, μια και στην προ Μποσμάν εποχή ήταν εγκλωβισμένοι στα όρια του ελληνικού πρωταθλήματος. Και στη θέα και μόνο του ινδάλματός του, του Ντιέγκο Μαραντόνα, «λύγισαν».
Μεσολάβησαν, φυσικά, κι άλλα λάθη που χρεώνονται αναπόφευκτα στον Παναγούλια. Αναφερόμαστε φυσικά στη μακρά περίοδο προετοιμασίας επί αμερικάνικου εδάφους (σχεδόν ένας μήνας), αλλά και στις αλλεπάλληλες παρουσίες στις εκδηλώσεις που οργάνωναν οι χορηγοί και η ομογένεια των ΗΠΑ και είχαν μετατρέψει την Εθνική σε… περιοδεύοντα θίασο. Πάμπολλες οι συζητήσεις και τότε, για τα «πώς» και τα «γιατί» που είχαν οδηγήσει στον διασυρμό του 0-10, μια και ακολούθησε άλλες δύο ήττες: πάλι με 4-0 από τη Βουλγαρία και με 2-0 από τη Νιγηρία.
Τι μένει τώρα, τόσα χρόνια μετά; Η συγκίνηση για το άκουσμα του ελληνικού εθνικού ύμνου σε μία διοργάνωση η οποία για αρκετές γενιές Ελλήνων ποδοσφαιρόφιλων ήταν σαν… απαγορευμένος καρπός. Σπάνια είχαμε πλησιάσει στο όνειρο της συμμετοχής και είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε στα Μουντιάλ μόνο τους άλλους. Η Εθνική του Αλκέτα Παναγούλια, όμως, ήταν εκεί. Κι αν δεν κατάφερε να έχει ούτε καν αξιοπρεπή παρουσία, μικρή σημασία, αν αναλογιστούμε όσα ακολούθησαν.
Για την ιστορία, οι διεθνείς μας μπήκαν τόσο αγχωμένοι στο παιχνίδι της 21 Ιουνίου 1994 με την Αργεντινή, ώστε δέχθηκαν γκολ από τον Γκαμπριέλ Μπατιστούτα στην πρώτη κιόλας κατεβασιά των αντιπάλων στην περιοχή μας και μάλιστα με μάλλον ερασιτεχνικό τρόπο. Το 2-0, πάλι από τον Μπατιστούτα, στο φινάλε του πρώτου μέρους, έσβησε τις όποιες ελπίδες είχαν απομείνει για κάτι καλό. Το 3-0, με το υπέροχο σουτ του Μαραντόνα, έχει μείνει στην ιστορία ως το τελευταίο γκολ του «χρυσού αγοριού» με τη φανέλα της Εθνικής Αργεντινής και μπορείς να το πεις και τιμητικό ότι σημειώθηκε εναντίον μας. Και το 4-0, με πέναλτι του Μπατιστούτα στις καθυστερήσεις, ήρθε απλώς για να διογκώσει την γκρίνια των Ελλήνων φιλάθλων, που μάλλον είχαν υπερβολικές προσδοκίες από εκείνη την Εθνική.
21 ΙΟΥΝΙΟΥ 1994 |
ΤΕΛΙΚΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΚΥΠΕΛΛΟΥ - ΦΑΣΗ ΟΜΙΛΩΝ |
ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ - ΕΛΛΑΔΑ 4-0 |
ΣΚΟΡΕΡ: 2’, 45’, 90’ πέν. Μπατιστούτα, 60’ Μαραντόνα |
ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ (Αλφιο Μπασίλε): Ισλας, Τσαμότ, Σενσίνι, Ρεδόνδο, Κάσερες, Ρουγκέρι, Σιμεόνε, Μαραντόνα (82’ Ορτέγα), Κανίγια, Μπατιστούτα, Μπάλμπο (79’ Μανκούζο). |
ΕΛΛΑΔΑ (Αλκέτας Παναγούλιας): Μήνου, Αποστολάκης, Κολιτσιδάκης, Μανωλάς, Καλιτζάκης, Τσαλουχίδης, Νιόπλιας, Τσιαντάκης (46’ Μαραγκός), Κωφίδης, Μαχλάς (58’ Μητρόπουλος), Σαραβάκος. |