Η «βόμβα», βέβαια, είχε να κάνει με το ότι ο Σιδέρης επέλεγε να συνεχίσει την καριέρα του εκτός Ελλάδας και μάλιστα σε ένα πρωτάθλημα πιο ανταγωνιστικό από το ελληνικό. Διότι η αποχώρησή του από τον Ολυμπιακό δεν συνιστούσε έκπληξη –το αντίθετο μάλιστα, ήταν προδιαγεγραμμένη αρκετό καιρό πριν. Στα 32 του πια, είχε χάσει τη θέση του στο βασικό σχήμα και από τον χειμώνα κιόλας είχε κάνει κάποιες προπονήσεις με τον Εθνικό, με πληροφορίες να τον φέρνουν και σε διαπραγματεύσεις με τον Δημήτρη Καρέλλα για τη μετακίνησή του στους «κυανόλευκους» του Πειραιά.
«Στην Ελλάδα σημείωνα περισσότερα γκολ από ότι τώρα με την Αντβέρπ διότι ποτέ με τον Ολυμπιακό δεν παίζαμε με λιγότερους από τέσσερις κυνηγούς», είπε ο Γιώργος Σιδέρης σε συνέντευξη του λίγες εβδομάδες πριν επιστρέψει στον Ολυμπιακό.
Η μεταγραφή στον Εθνικό δεν προχώρησε για διαφόρους λόγους και τελικά ο Σιδέρης μεταπήδησε στην Αντβέρπ, γράφοντας ιστορία. Για πρώτη φορά στα μεταπολεμικά χρόνια, μια ξένη ομάδα έπαιρνε με μεταγραφή Έλληνα ποδοσφαιριστή. Τονίζουμε το «με μεταγραφή», διότι ομογενείς που είχαν παίξει στις χώρες γέννησής τους ή άλλοι, που μετανάστευσαν και έπαιξαν και σε ομάδες της χώρας προορισμού τους (ΗΠΑ, Αυστραλία ή και Νότιο Αφρική ακόμα) προϋπήρχαν αρκετοί. Μεταγραφή, όμως, με οικονομικά ανταλλάγματα, είχαμε να δούμε από το 1936, όταν η Βένους Βουκουρεστίου απέκτησε από τον Εθνικό τον διεθνή σέντερ φορ, Κώστα Χούμη!
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, ο Σιδέρης δεν ήθελε να φύγει από τον Ολυμπιακό. Ο ίδιος έχει πει όλα αυτά τα χρόνια ότι ο παραγκωνισμός του την περίοδο 1969-70 (μόλις 7 συμμετοχές, με 4 γκολ) ήταν συνέπεια των αριστερών του πεποιθήσεων, που τον είχαν βάλει στο «μάτι» των παραγόντων που είχε διορίσει τότε στον σύλλογο η Χούντα. Άλλοι, όμως, υποστηρίζουν ότι το ζήτημα ήταν καθαρά αγωνιστικό ή, αν προτιμάτε, απόφαση του προπονητή.
Για πρώτη φορά στα μεταπολεμικά χρόνια, μια ξένη ομάδα έπαιρνε με μεταγραφή Έλληνα ποδοσφαιριστή. Ο Γιώργος Σιδέρης συμφώνησε με 1.500.000 δρχ. για κάθε χρόνου του συμβολαίου του, 30.000 για το ενοίκιο του σπιτιού με πριμ 8.000 για κάθε νίκη, 4.000 για κάθε ισοπαλία, ακόμα και 600 για κάθε προπόνηση!
Ο Στέφαν Μπόμπεκ, ο διάσημος Γιουγκοσλάβος τεχνικός που είχε αναλάβει από το καλοκαίρι του ’69 τον Ολυμπιακό, δεν τα πήγαινε καλά με τις «ντίβες». Ο Σιδέρης δεν φημιζόταν για τη δουλειά του στις προπονήσεις από μικρός, αλλά είχε τόσο έμφυτο ταλέντο που δεν χρειαζόταν κιόλας να δουλεύει σκληρά για να ξεχωρίσει στο ελληνικό ποδόσφαιρο της εποχής. Με τον Μπόμπεκ, όμως, αυτά δεν «περνούσαν». Και δεδομένης της επιθυμίας του Μπόμπεκ να αρχίσει σταδιακά την ανανέωση στο δυναμικό, ο 32χρονος άσος έμεινε εκτός.
Εν τέλει ούτε ο Μπόμπεκ μακροημέρευσε στο πειραϊκό λιμάνι. Πριν αποχωρήσει, όμως, είδε τον Σιδέρη να ρίχνει… άγκυρα για την Αμβέρσα, μια και η μεταγραφή του στην Αντβέρπ έτυχε της έγκρισης του φοβερού και τρομερού ΓΓΑ της Χούντας, Κωνσταντίνου Ασλανίδη (ο οποίος λογικά θα είχε μεσολαβήσει από πριν για το θέμα), στα τέλη του Μαΐου του ’70. Η αρχική πρόταση των Βέλγων προς τον διεθνή κυνηγό λέγεται πως ήταν η παραχώρηση ενός καταστήματος (!) στο κέντρο της Αμβέρσας, αργότερα όμως τα ανταλλάγματα ήταν οικονομικά: 1.500.000 δρχ. για κάθε χρόνου του συμβολαίου του, 30.000 για το ενοίκιο του σπιτιού με πριμ 8.000 για κάθε νίκη, 4.000 για κάθε ισοπαλία, ακόμα και 600 για κάθε προπόνηση! Πολλά λεφτά για τα δεδομένα της εποχής.
Η αποχώρησή του από τον Ολυμπιακό δεν συνιστούσε έκπληξη. Στα 32 του πια, είχε χάσει τη θέση του στο βασικό σχήμα και από τον χειμώνα κιόλας είχε κάνει κάποιες προπονήσεις με τον Εθνικό.
Ο Σιδέρης έχει παραδεχθεί ότι στο Βέλγιο είδε αλλιώς το ποδόσφαιρο. Αναγκάστηκε, δηλαδή, να δουλέψει πιο επαγγελματικά για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις υψηλότερες απαιτήσεις του εκεί πρωταθλήματος. Δεν τα πήγε άσχημα όσο αγωνίστηκε στην Αντβέρπ, αλλά δεν έγινε και πρώτη φίρμα, όπως ήταν στον Ολυμπιακό. Σε 25 συμμετοχές, σημείωσε 7 γκολ, επίδοση αρκετά ικανοποιητική. Αν η μεταγραφή είχε πραγματοποιηθεί 4-5 χρόνια νωρίτερα, όταν ο «Φώτακας» βρισκόταν ακόμα στα ντουζένια του, είναι πολύ πιθανό η διεθνής καριέρα του να είχε εξελιχθεί διαφορετικά και να είχε διάρκεια.
Στη δύση της καριέρας του, όμως, ο Σιδέρης δεν μπορούσε να κάνει κάτι παραπάνω. Γι’ αυτό και πριν τελειώσει ο δεύτερος χρόνος του συμβολαίου του, επιδίωξε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Το κατάφερε τελικά τον Ιανουάριο του ’72, όταν επανεντάχθηκε στον Ολυμπιακό, με τον οποίο αγωνίστηκε σε δύο παιχνίδια πριν εγκαταλείψει οριστικά την ενεργό δράση τον Απρίλιο, σε ηλικία 34 ετών.